Ετυμολογία
καπνοσύριγγα < καπνός + σύριγγα >
Ουσιαστικό: καπνοσύριγγα
θηλυκό: η πίπα
Ο όρος καπνοσύριγγα αρχικά εντοπίστηκε σε κανονισμό μεταφοράς
πυρομαχικών. Στον κανονισμό αναφέρονταν ότι «απαγορεύεται το κάπνισμα σιγαρέτων και
καπνοσυρίγγων κατά την μεταφορά πυρομαχικών».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.